Έχω βάλει μια μαλακία στο κινητό που μου λέει τι ώρα πρέπει να πάω για ύπνο.
Ώρες ώρες το κοιτάω με μίσος που είναι το κέντρο όλων των αποφάσεών. Τι ώρα θα ξυπνήσω, τι ώρα θα κοιμηθώ, που πρέπει να πάω σήμερα, πότε θα μιλήσω, καμιά φορά και με ποιον.
Με ρωτάνε για διακοπές και ψάχνω μέρη που δεν θα έχει ρεύμα και δίκτυο και αν επιζήσουμε μετά θα αντέξουμε τα πάντα νομίζω ακόμη και να μη ξανά κοιμηθούμε ποτέ.
Είναι από αυτά τα καλοκαίρια που όλοι όσοι ξέρω παντρεύονται ή βαφτίζουν τα παιδιά τους ή παίρνουν μεγάλες αποφάσεις.
Απλές αθώες αποφάσεις που αλλάζουν και τις ζωές άλλων.
Στο γάμο ενός φίλου μένουμε στο τέλος εμείς μεταξύ μας.
Αρχίζουμε να χορεύουμε με μανία οι μισοί ξυπόλυτοι, οι μισοί με τα ψηλοτάκουνα με τα πουκάμισα έξω και το πάμφθηνο τζιν περισσότερο από το αίμα μας.
Με μανία όμως τα πόδια μου πονάνε μετά για δυο μέρες όσο προσπαθώ να καταλάβω αυτόν το χορό των αγρίων. Ο γαμπρός μεθυσμένος μου λέει για το μήνυμα που του έστειλε το πρωί η άλλη. Η νύφη είναι κάπου στη παραλία μόνη της.
Σε βάζω να υποσχεθείς οτι αν σου στείλει η δικιά σου άλλη να μην απαντήσεις. Ή να μην απαντήσεις εκείνη τη μέρα και εσύ γελάς που είμαι τόσο αλλόκοτη αλλά είμαι ευτυχισμένη που με παίρνεις σοβαρά.
Έχω βάλει μια μαλακία στο κινητό που κανονίζει τη ζωή μου και παίρνει τις αποφάσεις για μένα και εγώ κάθομαι και ξενυχτάω επίτηδες για να μην πάω στο κρεβάτι όταν μου το λέει κάποιος άλλος.
Μη με κρίνεις και να μ αγαπάς.