Είμαι εδώ παρέα με κάτι φίλους και τους ακούω να συζητάνε. Χρέη, τράπεζες, ΕΝΦΙΑ, λογαριασμοί και τέτοια. Τα λένε όλα με λεπτομέρειες -ξέρουν όλες τις διαδικασίες- και δεν καταλαβαίνω Χριστό.
Αφήνουν τα χρέη και κάνουν σχέδια για τον Αύγουστο. Για καμιά εβδομάδα. Αν μπορέσουν.
Τους λέω πως εγώ σκέφτομαι να φύγω -για να κάνω κάνα μπάνιο- γιατί δεν μπορώ να περιμένω μέχρι τον Αύγουστο.
Με κοιτάνε.
Τους κοιτάω.
Είμαι ο μόνος που δεν έχει κανονική δουλειά αλλά, το κυριότερο, δεν έχει σπίτια και αυτοκίνητα.
Όλοι οι φίλοι μου έχουν σπίτια. Τους τα άφησαν οι γονείς τους.
Βέβαια, το να έχεις σπίτια σήμερα δεν σημαίνει και πολλά πράγματα, εκτός αν έχεις πολλά.
Οι φίλοι μου δεν έχουν πολλά, ενώ όλο και έχουν κάποιους νοικάρηδες που δεν πληρώνουν το νοίκι και μια μέρα εξαφανίζονται αφήνοντας απλήρωτους όλους τους λογαριασμούς.
Εγώ δεν έχω σπίτι αλλά υπάρχουν πολλές δεκάδες καλοί άνθρωποι -σε διαφορετικά μέρη- που είναι πρόθυμοι να με φιλοξενήσουν.
Συνειδητοποιώντας σε πόσο πλεονεκτική θέση είμαι σε σχέση στους φίλους μου, σκέφτομαι πως τους Έλληνες τους έφαγε η ιδιοκτησία.
Σήμερα, «πλούσιος» είναι όποιος δεν έχει τίποτα.
Οι πλούσιοι, θεωρητικά, φίλοι μου θα περάσουν το καλοκαίρι τους στην Αθήνα -τρέχοντας σε τράπεζες και δημόσιες υπηρεσίες-, ενώ εγώ θα πηγαίνω από νησί σε νησί και θα τους παίρνω τηλέφωνο.
Ο μόνος τρόπος να αλλάξει η συμπεριφορά των Ελλήνων είναι να ξεκολλήσουν από ιδιοκτησίες και περιουσίες.
Κολλημένος ο καθένας στην ιδιοκτησία του, την χάσαμε την χώρα.
Χώρια που νόμιζαν πως θα μας πάρουν την χώρα αλλά θα τους αφήσουν τα σπίτια.
Ακόμα το νομίζουν.
Κούνια που τους κούναγε.
Αν είχαμε διεκδικήσει τη χώρα, αν είχαμε σκεφτεί το κοινό καλό -και όχι ο καθένας την πάρτη του-, δεν θα χάνονταν και τα σπίτια.
Σταματάω εδώ γιατί με ρωτάνε τι γράφω.
Τους είπα ότι γράφω για την Πρωτομαγιά.
*Αρχικός τίτλος: “Φίλοι”
Πηγή: pitsirikos.net