Είναι το γουορκ λάιφ μπάλανς απαραίτητο; Νεαρός κι επιτυχημένος εξέκιουτιβ (βλ. το-αφεντικό-του-αφεντικού-του-αφεντικού-της-αφεντικίνας-του-μάνατζέρ-μου) μάς εξέθεσε πρόσφατα σε ενδοεταιρικό μπλογκ την — προσωπική του πάντα — άποψη ότι το 50-50, δηλαδή ο ισότιμος διαχωρισμός της μέρας σε εργασία κι ιδιωτική ζωή, είναι ένα ακόμη ξεπερασμένο λαϊτμοτίφ των δυτικών κοινωνιών. Το μποντιλιαρισμένο αιργουέι Σιγκαπούρης-Λονδίνου ήταν ο ιδανικός χωροχρόνος για να συντάξει ο εξέκιουτίβ μας ένα μονόστηλο που υποστηρίζει το 100-0: «μπορεί όλο αυτό το μήνα να είδα ελάχιστα τη γυναίκα και τις κόρες μου, αλλά συνάντησα τόσ@ς πολλ@ς από εσάς κι είναι τόσο σημαντικό αυτό που κάνουμε εδώ, τώρα!». Ο εναγκαλισμός της ανισορροπίας κι η εξύφανση του τριπτύχου Επιθυμία-Δημιουργικότητα-Ταυτότητα (βλ. ατέλειωτη-εργασία-στην-κοινότητα-του-έντερπραϊζ) στον ιστό της ιδιωτικής ζωής της εργατικής αριστοκρατίας και των διευθυνόντων μοιάζει με αναπόφευκτη συνθήκη. Όπως γράφουν κι αυτοί που ξέρουν να βάζουν τα πίξελ με τη σωστή σειρά: «Με ρωτάν για μια δουλειά. Κι εγώ σκέφτομαι με όρους ταυτότητας, κοινότητας, σκοπού — τα πράγματα που δίνουν νόημα και κίνητρο. Μιλώ για τη ζωή μου.» –
(https://www.1843magazine.com/features/why-do-we-work-so-hard)
Πηγή: antiauthor.wordpress.com
Είναι πολύ εύκολο για ένα στέλεχος να κάνει περιστασιακά το 100-0, ή ακόμα καλύτερα να νομίζει ότι κάνει το 100-0.
Δεν μπορεί να καταλάβει ότι εσύ δεν μπορείς να πάρεις το αεροπλανάκι να πας Λονδίνο για γεύμα εργασίας με τα πάντα πληρωμένα αντί να κάνεις τις 8-10-12 ώρες στο γραφείο.
Αυτός θεωρεί ότι το ταξίδι θεωρείται δουλειά, γιατί “δεν βλέπει την οικογένεια του” αλλά δεν νιώθει ότι οι διακοπές μας είναι συνήθως περισσότερο κοπιαστικές από την “δουλειά” του.
Ακόμα κι αν το 100-0 (ή έστω οι παρεμφερείς συμπεριφορές τύπου εξτρίμ όουνερσιπ / φόκους) γίνεται τακτικά από τα στελέχη ενός οργανισμού, δε σημαίνει ότι οι υπόλοιπες/οι πρέπει να ακολουθούμε αυτό το λαϊφστάιλ. Συνειδητά λοιπόν σε παρόμοια ποστ της διοίκησης το σχόλιο πρέπει τουλάχιστον να ναι “δατ σιτ ιζ αμπόβ μάι πέιρολ”