fbpx

Όσα μάθαμε ψάχνοντας για εργασία

Κατερίνα Γώγου | Άναρχη στίξη | Σχόλιο σε 3 ποιήματα

στo Mind Opener

Θέλω να λαμβάνω τα νέα άρθρα του IforINTERVIEW με e-mail.

Στείλε μας την ιστορία σου

Της Αγγελικής Γεωργοτά

“Η γλώσσα μας, ένα από τα ομορφότερα δώρα ανθρώπου σε άνθρωπο, καταλύθηκε. Έγινε ένα τρομώδες μοναχικό παραλήρημα. Οι λέξεις και οι έννοιες αποκωδικοποιήθηκαν¨.

Κατερίνα Γώγου

Η Κατερίνα Γώγου είναι γνωστή ως “ποιήτρια των Εξαρχείων”, μια ετικέτα που την περιορίζει σε μια αναρχική, που ο λόγος της θυμίζει “λαϊκή επαναστατική πεζοδρομιακή μπροσούρα”, όπως γράφει ο Γ. Μπαλούρδος. Η ποίησή της όμως είναι μια κραυγή απέναντι στο σύστημα και σε κάθε μορφή καταπίεσης “και να τινάξω όλες τις πουστομηχανές του κόσμου στον αέρα”. Η Γώγου καταγγέλλει κάθε μορφή εξουσίας επάνω στην ψυχή, στο σώμα και την καρδιά του ανθρώπου. “Οι αστυνομικοί παγιδευμένοι απ’ το περίστροφο/οι γυναίκες απ’ το φύλο τους/ η δικαιοσύνη απ’ τους νόμους/ οι οργανώσεις απ’ τις φράξιες/ οι γιατροί απ’ τα ηλεκτροσόκ“. Λατρεύει τον ίδιο τον άνθρωπο, γι’ αυτό οι στίχοι της είναι μια πάλη απέναντι σε όλα τα καθεστώτα “Γι’ αυτό που είμαι σίγουρη για μένα είναι πως αγαπάω με ερωτικό πάθος τον Άνθρωπο”.

Παλεύει για να απελευθερωθεί το άτομο από τα δεσμά της πατριαρχίας (στην πατρίδα μας η κατάρα του πατέρα είναι βαριά), του καταναλωτισμού (υπερπαραγωγές των καθολικών και της μαφίας γίνανε πολυεθνικές, δεν μας αφήνουν ν’ αγαπήσουμε), του καπιταλισμού (κάνει κατάληψη στα μέσα της παραγωγής βάζει μπουρλότο στην ιδιοχτησία), του ψεύδους (αργά μεθοδικά μας αλλοιώνουνε να καθορίζουνε τη στάση μας στη ζωή από το στυλ της καρέκλας), του θανάτου (Γιατί δεν πεθαίνει ο θάνατος; Γιατί με τριγυρνάει ο δαίμονας. Απ’ την πληγή γλίστρησε μέσα μου και με αναγκάζει να πω: πως πάλι έτσι απάνθρωπα θα ‘ρθω να ξαναζήσω;).

Η ποίησή της χαρακτηρίζεται από αμεσότητα, αυθεντικότητα και εκρηκτικότητα. Γράφει με αιχμηρούς στίχους (Η εποχή μας. Νάνι φαΐ και πήδημα), επιθετικούς (ανθρωπάκια χέστες κατά βάθος σας λυπάμαι), τολμηρούς (αυνανίστηκα στις Ι.Χ. προβολές των πορνό) και αμείλικτους (Σπάστε τη ζωή που μας τσακίζει). Η γλώσσα της προκαλεί, γιατί έρχεται να υπονομεύσει την κυρίαρχη ποιητική γλώσσα που εκπροσωπεί το σύστημα και συνδέεται με μια λογοτεχνική ελίτ. Στο πλαίσιο αυτό παραβιάζοντας τον κώδικα της ισχύουσας τάξης προκαλεί αμφισβήτηση και ενόχληση στο κατεστημένο σύστημα Ιδεών. Ενοχλεί, αφού δεν ακολουθεί το κανονιστικό πνεύμα μιας εποχής, αλλά διαταράσσει συντακτικούς κανόνες, λεξιλόγιο, νόρμες, ποιητικές θεωρίες και δεδομένες κουλτούρες.

Η Γώγου επιδιώκει την ελευθερία. Αγωνίζεται με πάθος για την απολύτρωση του μέσου ανθρώπου από τις μασημένες ιδεολογίες. Γι’ αυτό επιλέγει η γραφή της να είναι και αυτή ελεύθερη, να αναπνέει με την δική της ανάσα και να υπακούει στη δικής της φωνή. Εξάλλου, όπως λέει ο R. Barthes “η γραφή είναι μια δύναμη μοιραία υποτελής στα πάθη, τροφοδοτείται διαρκώς από τις αβύσσους της παθολογίας, εξαρτημένη από το σημαίνον, αλλά και από τις ορμές, που εντούτοις δεν παύει να αποτελεί ένα πεδίο ελευθερίας”.

Η ποιητική της φωνή ακολουθεί μοναχική πορεία στον ελλαδικό χώρο και υποδηλώνει την αυτόνομη πορεία και της ίδιας της Κατερίνας Γώγου. Χαρακτηρίζεται από υπέρβαση της στιλιζαρισμένης ποιητικής μορφής, από ένα ύφος που μοιάζει ακαλλιέργητο και ανεπεξέργαστο. “Είναι σαν επιστολές διαμαρτυρίας ή τους επαναστατικούς στίχους που γράφανε οι παλαιότεροι επαναστάτες στους τοίχους”, σημειώνει ο Γ. Μπαλούρδος. Όμως, η Γώγου δεν αναζητά το χρίσμα του ποιητή, που γράφει ακολουθώντας προσωδίες και τεχνικές. Δεν θέλει να ταυτιστεί με μια γενιά ποιητών που εκφράζει το σύστημα και υπηρετεί συντηρητικές ιδεολογίες. “Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι να μη γίνω ποιητής“, κραυγάζει. Θέλει να γράψει, να μιλήσει, να ακουστεί: “Κάπου πρέπει να πω αυτά που έμαθα πρέπει να δείξω αυτά που είδα”. Γι’ αυτό υιοθετεί το λόγο που της ταιριάζει, γιατί “Αν κάποιος που βιώνει κάτι, ξέρει τι είναι ταυτόχρονα αυτό που βιώνει, τότε ό,τι λέει ένας τρελός, ένας ονειροπόλος ή οποιοσδήποτε άλλος, πρέπει πάση θυσία να το αποδεχτούμε, αρκεί να βεβαιωθούμε ότι η γλώσσα εκφράζει σωστά αυτό που βιώνει ο ομιλητής” (Maurice Merleau – Ponty).

Γράφει λοιπόν, όπως μιλάει και αισθάνεται, χωρίς να θέτει τον εαυτό της σε καλούπια. Θεατρικοί μονόλογοι μοιάζουν να είναι πολλά από τα ποιήματά της, εξομολογήσεις μιας ανόθευτης ψυχής που δεν κρατά τα προσχήματα. Ο λόγος της ρέει σαν τη λάβα, πύρινος, καίει κάθε ψέμα, την υποκρισία, τις δοτές συνειδήσεις. Η “αυθόρμητη πρόζα” όπως το έλεγε ο Κέρουακ, είναι το όπλο της, η αδιαμεσολάβητη φόρμα δηλαδή που μπορεί να μεταγγίσει απευθείας το περιεχόμενο στον αναγνώστη, προκαλώντας ένα “σοκ τηλεπάθειας”. Σε έναν τέτοιο λόγο οι τελείες, τα κόμματα, οι παρενθέσεις, η παύλα, η αρχή του στίχου με με κεφαλαίο μοιάζουν πολύ υποκριτικά. Η Γώγου δεν χρησιμοποιεί τα σημεία στίξης ακολουθώντας τους κανόνες της γραμματικής. Δεν περιχαρακώνει το λόγο της σε προκατασκευασμένες αλήθειες, αλλά τον παραθέτει γυμνό, αυτούσιο, καθαρό στην ανάγνωσή του. Τα σημεία στίξης είναι λίγα στα ποιήματά της και χρησιμοποιούνται κατά βούληση.

Στο ποίημα υπ’ αριθμόν 31 της συλλογής Ιδιώνυμο είναι εμφανής η πολιτική τοποθέτηση της Κ. Γώγου. Εξάλλου, η ποίηση για εκείνη ήταν και μία πράξη πολιτική. Η αγωνία που την διακατέχει για την μορφή της κοινωνίας είναι έντονη και την παρασύρει σε έναν απνευστί μονόλογο.

Είναι φανερό ότι η απουσία της τελείας δίνει στο ποίημα ένα λαχανιαστό ύφος, το μετατρέπει σε ομιλία του δρόμου, σαν μια μακρόσυρτη καταδίκη ενός πολιτισμού που σαπίζει, ένα μανιάτικο μοιρολόι χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Δυο τελείες και ένα θαυμαστικό μόνο χρησιμοποιεί σε ένα ποίημα 48 στίχων. Καμία παύση στην καταδίκη του συστήματος, καμία ανάσα. Ο λόγος ρέει συνεχόμενος, αδιάκοπος, καθώς η Κατερίνα πυροβολεί με τις λέξεις, με γράμματα, αφού ποτέ δεν τράβηξε την περόνη. Μόνο σαν θελήσει να ξεσηκώσει τον αγώνα, σε πάλη για το αύριο καταδέχεται να χρησιμοποιήσει το θαυμαστικό. Το θέτει και αυτό στην υπηρεσία της, στο στόχο της να σπάσει τα οδοφράγματα και να προχωρήσει μπροστά. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να παραβλέψει τον κανόνα και γράφει με Μ κεφαλαίο τη λέξη που την εκφράζει: Μπροστά. Γιατί η πορεία προς τα μπρος θέλει μεγάλα, σίγουρα βήματα και ψυχικά αποθέματα. Αυτά είναι τα όπλα της και όχι η γραμματική.

Και ενώ την πλάγια γραμμή (/) (παυστικό σημείο στίξης) τη χρησιμοποιούμε κυρίως για να δηλώσουμε διάζευξη (“ή”) η Γώγου τη χρησιμοποιεί σαν να χτίζει ένα τείχος, περισσότερο ως οπτική απεικόνιση και λιγότερο λειτουργικά. Είναι σαν να φτιάχνει τα κελιά μέσα στα οποία ζούμε, κλεισμένοι και υποδουλωμένοι, όλοι μας, στημένοι σε έναν τοίχο, έκθετοι στα αποφάγια ενός νεκρού πολιτισμού.

Το τρίτο σημείο στίξης που χρησιμοποιεί είναι το ενωτικό. Τα κόμματα και τα σημεία στίξης που αναφέρει μαζί, τα ζευγαρώνει, αφού ο ρόλος και των δύο είναι δεσμευτικός. Η νύξη στην πολιτική είναι σαφής, αν λάβουμε υπόψη μας την αναρχική ιδεολογία της Γώγου. Εξάλλου, αυτή τη ταυτότητά της είναι που την οδηγεί και στην ελεύθερη γραφή, στη θορυβώδη κατάθεση της σκέψης της, που αποκλείει κόμματα, παύσεις και σιωπές. Η οικολογία ενώνεται με τους αρχαίος προδρόμους, για να τονίσει ότι νέα δεσμά επιβάλλονται μέσω του πλαστού ενδιαφέροντος για την οικολογία, όπως και τον αρχαίο πολιτισμό, αφού οι άνθρωποι αδρανοποιούνται, καθησυχασμένοι είτε λόγω του ένδοξου παρελθόντος τους είτε λόγω της προσφοράς τους σε οικολογικές οργανώσεις. Όμως, “άμα δεν βγάζουμε κλαριά οι ρίζες είναι παλούκια καυσόξυλα”. Οι λέξεις είναι σφαίρες για την Γώγου, έχουν στόχο, δεν αποτελούν μόνο φετίχ μιας κάστας ποιητών. Πυροβολούν και ετοιμάζουν την αλλαγή.

Η μόνη παύλα στους τελευταίους στίχους του ποιήματος δίνει μιαν ανάσα, αφού η ποιήτρια ξεκαθαρίζει το είδος της ποίησης της: έχει ψυχή και σώμα. Ματώνουν και τα δύο γράφοντας και επαναστατώντας.

Το ποίημα 47 από τη συλλογή Ιδιώνυμο είναι από τα πιο γνωστά ποιήματα της Γώγου. Σε αντίθεση με άλλα της ποιήματα, εδώ η ποιήτρια χρησιμοποιεί αρκετές φορές την τελεία. Αν και στους υπόλοιπους στίχους ο ρυθμός είναι γρήγορος και παραληρηματικός εξαιτίας της απουσίας των κομμάτων, με τη χρήση της τελείας η Γώγου φαίνεται να διαχωρίζει τα είδη της μοναξιάς.

Αρχικά, η χρήση των αποσιωπητικών υποδηλώνει την αδυναμία να μιλήσει κανείς για τη μοναξιά, σαν να διστάζει να την εξηγήσει, σαν να μην υπάρχουν λόγια κατάλληλα να την ορίσουν τελεσίδικα. Όμως, ο αρχικός δισταγμός ξεπερνιέται και η ποιήτρια αναμετριέται με τη σκοτεινή όψη του εαυτού της προσπαθώντας να την κλείσει μέσα σε λέξεις, να την παγιδεύσει ανάμεσα στις τελείες. Έτσι, κάνει πρώτα μια προσπάθεια να πει τι δεν είναι, ποιους δεν αφορά, ποιοι επιλέγουν το ψεύδος της κοινωνικότητας εθελοτυφλώντας και καμουφλάροντας την κάτω από “μενεξελιές κορδέλες” και “ναφθαλίνη”. Γιατί η μοναξιά έχει και αυτή ταξική προέλευση και καταπίνει τους αδικημένους αυτού του κόσμου, τους “παρίες” της κοινωνίας. Έχει όνομα η μοναξιά∙ τη λένε σκλαβιά.

η μοναξιά
έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο-πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού
στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι – Αγ. Βαρβάρα – Κοκκινιά
Τούμπα – Σταυρούπολη – Καλαμαριά
κάτω από όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.

Η χρήση των εισαγωγικών στο επίθετο “καλών” γίνεται με τη σχολιαστική σημασία, αφού η ποιήτρια ειρωνεύεται την ύπαρξη καλών καιρών. Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της αμφισβήτησης η Γώγου καυτηριάζει την υποκρισία και την ψευδαίσθηση της ευτυχίας, που συνδεόταν με μια ψεύτικη εικόνα.

Η παύλα στο συγκεκριμένο ποίημα χρησιμοποιείται, για να παρουσιάσει ένα συνηθισμένο δρομολόγιο, μια διαδρομή-ρουτίνα περιοχών που η μοναξιά λυμαίνεται τα μέρη της.

Η διπλή παύλα (- -) σημειώνεται για να δηλωθεί ότι η λέξη ή η φράση που βρίσκεται ανάμεσα στις παύλες έχει παρενθετικό νόημα και πρέπει να διαβαστεί σε χαμηλότερο τόνο. Αυτό επιδιώκει και η ποιήτρια εδώ, αφού η απευθείας αναφορά στην Κοτζιά σαν σκλαβοπάζαρου θα χτυπούσε την ευπρέπεια μας σαν τσεκούρι.

Η απουσία τελείας στο κλείσιμο του ποιήματος μαζί με την τετραπλή επανάληψη του ρήματος γυρίζει δεν είναι τυχαία. Έρχεται να συμπληρώσει την επιλογή των αποσιωπητικών στην αρχή του ποιήματος και να τονίσει την επαναληπτικότητα της μοναξιάς.

Το τελευταίο ποίημα της συλλογής Ιδιώνυμο επιφυλάσσει μια στιγμή αισιοδοξίας. Η Γώγου τολμά να ονειρευτεί τον κόσμο, όπως τον θέλει, έναν ιδανικό κόσμο, για να χωράμε όλοι μέσα σε αυτόν, Το ύφος της προσαρμόζεται περισσότερο με τη σκέψη της και ο λόγος της είναι πιο τακτοποιημένος∙ αυτό σχετίζεται μάλλον με την αισιοδοξία που την διαπνέει και την πίστη της στην ηθική πλευρά του ανθρώπου. Αν και δεν εγκαταλείπει τον μακρόσυρτο λόγο (Εσύ είσ’ η ελπίδα άκου θα ‘ρθει καιρός που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς δε θα βγαίνουν στην τύχη) αποφεύγοντας τα κόμματα ή την άνω τελεία, που θα έκοβαν την αδιάκοπη ροή του λόγου της, εντούτοις χρησιμοποιεί, για να εξυπηρετήσει τις ποιητικές ανάγκες άλλα σημεία στίξης.

Το κόμμα, πριν την αποστροφή προς τη Μαρία δηλώνει ακριβώς αυτή την ανάγκη να συνομιλήσει με ένα άλλο πρόσωπο, αν ακουστεί το όνομα της Μαρίας, να έχει ταυτότητα και σάρκα ο συνομιλητής της. Σε άλλο σημείο δεν βάζει κόμμα, αλλά μας αφήνει να ακολουθήσουμε την ταχύτητα της σκέψης της.

θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα
να το θυμάσαι Μαρία
θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις

Τέσσερις φορές σημειώνει τα λόγια της μέσα σε διπλή παύλα, μια χρήση που δεν τη συνηθίζει στα ποιήματά της. Η διπλή παύλα χρησιμοποιείται για να απομονωθεί ένα μέρος της πρότασης και να τονιστεί. Έτσι, στον πέμπτο στίχο η ποιήτρια εξαιρεί τον εαυτό της από τα υπόλοιπα παιδιά που έτρεχαν με τη σκυτάλη στα χέρια, δίνοντας έμφαση στη δική της μοναξιά. Πιο κάτω, η έκπληξη που της προκαλεί και μόνο η ιδέα ότι οι άνθρωποι επιτέλους θα γίνουν ξανά άνθρωποι και θα αγαπήσουν τα χρώματα και τη ζωή, την ωθεί να το τονίσει με τη χρήση διπλής παύλας, αλλά και του θαυμαστικού. Στη συνέχεια, βάζει τα εισαγωγικά για να εξηγήσει την ανάγκη της να πει τα πράγματα, όπως είναι, να δείξει ότι ελπίζει, παρ’ όλο που γνωρίζει τη δυσκολία των καιρών. Τέλος, κλείνει μέσα στη διπλή παύλα έναν πικρόχολο σαρκασμό, μια αυτοδιάψευση, ίσως το φόβο να επωμιστεί το βάρος της βεβαιότητας (-μην περιμένεις κι από μένα πολλά-).

Ο αγώνας της Γώγου μέσα από την πολιτική δράση και μέσα από την ποίησή της είχε ως κίνητρο την αγάπη για τον άνθρωπο. Έτρεφε ερωτικό πάθος γι’ αυτόν και πίστευε πως μέσα από τον ίδιο θα έρθει η αλλαγή. Γι’ αυτό χρησιμοποιούσε τα εισαγωγικά, για να υπογραμμίσει την αξία που είχε η ίδια υιοθετήσει: “Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος“.

Η Κατερίνα Γώγου κατορθώνει μέσω της ποίησης να επικοινωνήσει με τον συνάνθρωπό της, να συνενωθεί ψυχικά μαζί του, να γίνει ένα. Εξάλλου, όπως γράφει ο Έρνστ Φίσερ “Λειτούργημα της τέχνης είναι πάντοτε να συγκινεί ολόκληρο τον άνθρωπο, να κάνει ικανό το εγώ να ταυτιστεί με τη ζωή κάποιου άλλου, να κάμει δικό του εκείνο που δεν είναι δικό του μα πού, ωστόσο, μπορεί να γίνει δικό του”. Και αυτό το κατάφερε με την ευθύτητα του λόγου της, με το γυμνό της ύφος, που μοιάζει σαν κραυγή και μας καλεί να την ακούσουμε, ακούγοντας έτσι και τον εαυτό μας. Παρόμοια ο λόγος της ακολουθεί αυτόνομη πορεία και δεν θυμίζει κανέναν άλλο Έλληνα ποιητή. Δεν φοβήθηκε να χρησιμοποιήσει τις λέξεις και δεν υποτάχθηκε σε κανένα σύστημα, πολιτικό ή γραμματικό. Υπήρξε ελεύθερη.

Είμαι ελεύθερη ελεύθερη ελεύθερη
κι όταν έρθει καιρός
που θα κρέμεται στο τσιγγέλι
το πετσί μου σαν τομάρι
απ’ τους κρατικούς εκδορείς και τη λογοκρισία
η φαντασία μου θα τρέχει…. τρέχει…. τρέχει
είμαι φευγάτη από τώρα τρέχει… γειαααα

Γράφει ο Κέρουακ στο έργο του “Στο Δρόμο”: “Οι μόνοι άνθρωποι που υπάρχουν για μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, τρελαίνονται να μιλήσουν, τρελαίνονται να σωθούν, που ποθούν τα πάντα ταυτόχρονα, αυτοί που ποτέ δεν χασμουριούνται ή λένε έστω και μια κοινοτοπία, αλλά που καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά, που σκάνε σαν πυροτεχνήματα ανάμεσα στα αστέρια κι από μέσα τους ξεπηδά το μπλε φως της καρδιάς τους, κι όσοι τους βλέπουν κάνουν: Άααα!!!! με θαυμασμό”.

Ένας τέτοιος άνθρωπος υπήρξε και η Γώγου.

 

Πηγή: Νέο Επίπεδο, Ιούνιος 2017

© I for Interview team

Σε περίπτωση που επιλέξατε να αναδημοσιεύσετε κάποιο κείμενό μας στο δικό σας site, σας ευχαριστούμε ιδιαίτερα εκ των προτέρων για την προτίμηση! Ωστόσο,  να σας υπενθυμίσουμε το πόσο ευχάριστο και δίκαιο είναι να ακολουθούνται οι δεοντολογικοί κανόνες που ορίζουν τη σωστή και λειτουργική αναφορά στην αρχική  πηγή ( δλδ. αναγραφή πλήρους ονόματος του site μας και ενεργό link που ανακατευθύνει στο πρωτότυπο άρθρο). Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζετε τον κόπο και τη δουλειά μας και σας ευχαριστούμε διπλά!

1 Comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.

*

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Φρέσκα άρθρα στο Mind Opener

Στην Κορυφή