Διηγείται ο/η Ζ.Μ, 28 ετών, γραμματέας
«Συμφωνήσαμε σε ωράριο πλήρες, χωρίς ένσημα. Θα ήμουν γραμματέας σε δικηγορικό γραφείο. Θα υποδεχόμουν τους πελάτες, θα απαντούσα στα τηλέφωνα και στα emails, θα έγραφα κείμενα και θα αρχειοθετούσα. Δεν χρειάστηκε ούτε μία μέρα να καθίσω παραπάνω από το ωράριο που συμφωνήσαμε. Δεν υπήρχε εχθρός. Ήταν μια καλή εμπειρία λίγο πριν τελειώσω τις σπουδές μου. Ανάμεσα στην αρχειοθέτηση και τις συναντήσεις υπήρχε χρόνος να κουβεντιάζουμε. Τότε ξεκίνησε να μου λέει ότι είχε βρει άτομα που ζητούσαν λιγότερα χρήματα από εμένα για την ίδια δουλειά. Την ημέρα της πληρωμής έκανε βεντάλια τα πενηντάρικα και τα πέταξε στο γραφείο μου. Άρχισα να τα μαζεύω από το πληκτρολόγιο και κάτω από το γραφείο. Με ξάφνιασε αυτή η κίνηση. Πίστεψα ότι έγινε κατά λάθος.
Μια από τις επόμενες ημέρες μου ζητούσε έγγραφα που δεν έβρισκα. «Δεν θέλει γνώσεις πανεπιστημίου για να κάνεις αρχειοθέτηση», μου είπε. Ένιωσα πολύ άσχημα, αλλά δεν θυμόμουν τα χαρτιά αυτά να τα είχα δει ποτέ μου. Έπειτα μου ζήτησε το διαβατήριο ενός πελάτη. Πήγα στο αρχείο σίγουρη για τη θέση που το είχα βάλει. Είχε γίνει άλλωστε μόλις δύο ημέρες πριν. Δεν ήταν εκεί. Έγινε έξαλλος. Ζήτησα να ψάξω και στο γραφείο του, αλλά αυτό τον έκανε ταύρο εν υαλοπωλείο. Αποφάσισα ότι δεν μπορώ να ανεχτώ άλλο αυτή τη συμπεριφορά και του ανακοίνωσα πως θα φύγω.
Με ρώτησε αν είχα βρει κάτι άλλο υποκρινόμενος ότι δεν είχε συμβεί τίποτε λίγα λεπτά πριν κι αν θα μπορούσα να περιμένω μέχρι να βρεθεί αντικαταστάτης. Δέχτηκα. Το βλέμμα του γαλήνεψε και η ευγένειά του τις επόμενες μέρες ήταν πέρα του συνηθισμένου… Η ιστορία με το χαμένο διαβατήριο δεν με άφηνε σε ησυχία και το έψαχνα παντού. Το βρήκα. Στο συρτάρι του γραφείου του. Όταν του το έδωσα βράζοντας από θυμό μου είπε: “Καλώς, άφησέ το έξω”. Όταν άρχισα να κοιτώ πάλι τις αγγελίες βρήκα αναρτημένη τη μέχρι πρόσφατα δική μου θέση, αλλά τώρα πια ημιαπασχόλησης. Αυτό ήταν από τα πρώτα πράγματα που έμαθα για τη σχέση εργοδότη – υπαλλήλου και την εντιμότητα».
Πρώτη δημοσίευση στο: lifo